Skip to main content
x

Μετρητά. Τα χρειαζόμαστε;

Γράφει ο Αλέξανδρος Γουγούσης

Ένα οικονομικό σύστημα που αλλάζει

Όλοι γνωρίζουμε ότι ο τρόπος με τον οποίο γίνονται οι οικονομικές μας συναλλαγές (αγορές προϊόντων και υπηρεσιών, πληρωμές λογαριασμών κ.λπ.) έχει αλλάξει τις τελευταίες δεκαετίες. Αντί για μετρητά, πολλές φορές χρησιμοποιούμε την πλαστική τραπεζική μας κάρτα (χρεωστική ή πιστωτική), το κινητό ή και το smartwatch μας σε συνδυασμό με μια άυλη τραπεζική κάρτα, μεθόδους όπως το Google Pay ή το Apple Pay, αλλά και άλλους τρόπους ηλεκτρονικών συναλλαγών. Η χρήση τέτοιων μεθόδων πληρωμής έχει επεκταθεί ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια με αφορμή την εξοικείωσή μας με τις online αγορές. 

Παράλληλα, τίθεται από κάποιους η πρόταση για σταδιακή αλλά πλήρη κατάργηση των μετρητών. Οι περισσότεροι από εμάς γνωρίζουμε, λόγω εμπειρίας, ότι η χρήση ηλεκτρονικών συναλλαγών (π.χ. με χρήση τραπεζικών καρτών) παρέχει σημαντικές ευκολίες στις καθημερινές οικονομικές μας δραστηριότητες. Ειδικά όταν πρόκειται για μεγάλα ποσά, ή όταν πρόκειται να κάνουμε μια αγορά μέσω διαδικτύου. Αυτό που δεν γνωρίζουμε όμως είναι τα μειονεκτήματα και τους κινδύνους που προκύπτουν από μια πιθανή κατάργηση των μετρητών και την αποκλειστική χρήση ηλεκτρονικών συναλλαγών. Και αυτό γιατί, πολλές φορές, η πλειοψηφία του κόσμου ακολουθεί τις γενικότερες τάσεις (ειδικά τις τεχνολογικές), χωρίς να σκέφτεται τις πιθανές συνέπειες. Άλλες φορές γιατί προσφέρουν κάποια διευκόλυνση, και άλλες για λόγους μόδας και εντυπωσιασμού. 

Η κατάργηση των μετρητών δεν είναι απλά ένα θέμα προς συζήτηση. Ήδη, σε αρκετές χώρες, λαμβάνονται μέτρα προς αυτή την κατεύθυνση. Κάποια από αυτά επιβάλλουν τη μειωμένη χρήση τους, και κάποια απλά κάνουν πιο ελκυστική την οικειοθελή εγκατάλειψη των μετρητών. Στην Ελλάδα, το μέγιστο ύψος μιας συναλλαγής που μπορεί να γίνει με μετρητά μεταξύ μιας επιχείρησης και ενός πελάτη είναι τα 500€.[1] Συναλλαγές μεγαλύτερων ποσών πρέπει να πραγματοποιούνται αποκλειστικά με τη χρήση τραπεζικής κάρτας ή άλλου μέσου (π.χ. κατάθεση σε τραπεζικό λογαριασμό). Παρόμοιοι περιορισμοί έχουν επιβληθεί και σε αρκετές άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Σε κάποιες από αυτές, όπως στη Σουηδία, επιχειρήσεις όπως καταστήματα, μουσεία, και εστιατόρια έχουν το δικαίωμα να μην δέχονται πληρωμές με μετρητά. Επίσης, από το 2008, υπάρχει μια παγκόσμια και συνεχή τάση μείωσης του αριθμού των ΑΤΜ. Ένα άλλο μέτρο είναι η παροχή φοροελαφρύνσεων, όταν ένα συγκεκριμένο μέρος του εισοδήματος έχει δαπανηθεί μέσω ηλεκτρονικών συναλλαγών (κυρίως με χρήση τραπεζικών καρτών).

Είναι αξιοσημείωτο ότι, ενώ σε κάποιες ευρωπαϊκές χώρες όπως η Αγγλία και η Σουηδία, το ποσοστό των συναλλαγών που γίνονται με χρήση μετρητών είναι μόνο 6%, σε κάποιες άλλες, όπως η Γερμανία, το ποσοστό αυτό είναι περίπου 60%![2] Ομοίως, στην Αυστρία, η χρήση μετρητών είναι τόσο διαδεδομένη, που ο αυστριακός καγκελάριος δήλωσε το 2023 ότι η χρήση μετρητών θα πρέπει να αποτελεί συνταγματικό δικαίωμα.[2][3] Όμως, ακόμα και σε χώρες που είναι ιδιαιτέρως ανεπτυγμένες τεχνολογικά, όπως η Ιαπωνία, οι πολίτες δείχνουν μια έντονη αντίσταση στην αντικατάσταση των μετρητών.[4] Στη Σουηδία, σύμφωνα με μια έρευνα του 2018, 7 στους 10 πολίτες δήλωσαν ότι στο μέλλον θα ήθελαν να έχουν τη δυνατότητα να πληρώνουν με μετρητά.[5] Να ξεκαθαρίσουμε εξ’ αρχής πως το ζήτημα που εξετάζουμε δεν είναι ποιος τρόπος από τους δύο (μετρητά ή ηλεκτρονικές συναλλαγές) είναι ο καλύτερος και, κατά συνέπεια, ποιος πρέπει να επιλεχθεί για να κυριαρχήσει πλήρως στην κοινωνία. Αυτό που μας απασχολεί είναι το αν θα έπρεπε να υπάρχει και να υποστηρίζεται επαρκώς η δυνατότητα χρήσης μετρητών ως μία από τις διαθέσιμες εναλλακτικές στις οικονομικές μας συναλλαγές. 

Αξίζει σε αυτό το σημείο να κάνουμε δύο σημαντικές διευκρινίσεις σχετικά με τα διάφορα στατιστικά στοιχεία που μπορεί κανείς να βρει στο διαδίκτυο και αφορούν τη χρήση μετρητών σε διάφορες χώρες. Πρώτον, για να αξιολογήσει κανείς τον βαθμό στον οποίο ο κόσμος επιθυμεί ή προτιμά τη χρήση μετρητών, δεν φτάνουν απλά τα στατιστικά χρήσης των διαφόρων μεθόδων πληρωμής και οι τάσεις τους. Αν κάποιος χρησιμοποιεί κάρτα για πληρωμές επειδή η χρήση μετρητών έχει γίνει διαδικαστικά δύσκολη (δεν μπορεί να βρει εύκολα ΑΤΜ, κάποιες επιχειρήσεις δεν δέχονται μετρητά κ.λπ.), δεν σημαίνει αυτόματα ότι προτιμά και την χρήση κάρτας από τα μετρητά. Δεύτερον, πολλά, (αν όχι τα περισσότερα) από αυτά τα στατιστικά, προσμετρούν στις ηλεκτρονικές πληρωμές την καταβολή των μισθών, κάτι που δίνει την ψευδή αίσθηση μιας ιδιαίτερα υψηλής προτίμησης των ηλεκτρονικών συναλλαγών, σε βαθμό που υπερβαίνει την πραγματικότητα.

Οι προβαλλόμενοι λόγοι υπέρ της κατάργησης των μετρητών [6][7]

Οι βασικοί λόγοι που προβάλλονται υπέρ της εξάλειψης των μετρητών, είναι οι εξής:

(α) η αντιμετώπιση της εγκληματικότητας

Υποστηρίζεται ότι τα μετρητά, ιδίως τα μεγάλα χαρτονομίσματα (π.χ. των 500€), διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο σε παράνομες, εγκληματικές και τρομοκρατικές δραστηριότητες, λόγω της αδυναμίας ανίχνευσης των σχετικών συναλλαγών. Επίσης, η κατάργηση των μετρητών προτείνεται ως μέτρο που θα οδηγήσει στον περιορισμό του ξεπλύματος χρήματος που είναι προϊόν εγκληματικών δραστηριοτήτων, και στον περιορισμό της διακίνησης κεφαλαίων για τη χρηματοδότηση της διεθνούς τρομοκρατίας. Τέλος, αν και λιγότερο σημαντικό, τονίζεται ότι, αν κάποιος δεν κουβαλά μετρητά επάνω του, είναι λιγότερο πιθανό να πέσει θύμα κλοπής. 

(β) η αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής 

Σε αρκετά κράτη, ένα σημαντικό τμήμα του ΑΕΠ «χάνεται» λόγω αδήλωτων οικονομικών συναλλαγών, οι οποίες λαμβάνουν χώρα με μετρητά («μαύρη» εργασία, πωλήσεις χωρίς έκδοση απόδειξης/τιμολογίου κ.ά.). Αυτή η τακτική αποτελεί πληγή για την εθνική οικονομία και δημιουργεί φορολογικές αδικίες, μιας και το Κράτος δεν γνωρίζει τα αληθινά εισοδήματα των πολιτών του. 

(γ) το κόστος της διαχείρισης των μετρητών 

Σε πολιτικό κυρίως επίπεδο, υποστηρίζεται ότι το κόστος της διαχείρισης των μετρητών είναι αρκετά σημαντικό για τις επιχειρήσεις. Ο λόγος είναι ότι υπόκεινται σε σημαντική οικονομική επιβάρυνση για την εγκατάσταση συστημάτων ασφαλείας και χρηματοκιβωτίων, ώστε να μπορούν να διασφαλίσουν τις εισπράξεις τους από επίδοξους κλέφτες. 

(δ) η ασφάλεια των συναλλαγών

Προβάλλεται το επιχείρημα ότι, σε περίπτωση απάτης, είναι από δύσκολο έως αδύνατο να διεκδικήσει κανείς την επιστροφή των χρημάτων του όταν η πληρωμή έχει γίνει με μετρητά. 

(ε) λόγοι υγιεινής

Η συναλλαγή με μετρητά προβάλλεται ως ανθυγιεινή, ειδικά σε καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος (π.χ. καταστήματα που πωλούν «γρήγορο φαγητό», όπως σάντουιτς κ.ά.), στα οποία τα άτομα που το παρασκευάζουν είναι ίδια με αυτά που χειρίζονται τις πληρωμές). 

Οι υποστηρικτές της ιδέας για την κατάργηση των μετρητών [6][8]

Πριν προχωρήσουμε παρακάτω, θα πρέπει να εξετάσουμε συνοπτικά την προέλευση και τη στήριξη της ιδέας για την κατάργηση των μετρητών, γιατί σχετίζεται έμμεσα με την επιχειρηματολογία που θα ακολουθήσει. Από ότι φαίνεται, η όλη προσπάθεια για την κατάργηση των μετρητών δεν πηγάζει από κινήματα πολιτών ή από πολιτικά κόμματα, αλλά από πρόσωπα τα οποία ανήκουν σε ένα συγκεκριμένο κύκλο. Κεντρικοί πρωταγωνιστές στην όλη προσπάθεια είναι οι «μεγάλοι παίκτες» του χρηματοοικονομικού συστήματος. Δηλαδή, μεγάλες εμπορικές τράπεζες (π.χ. Goldman Sachs, J. P. Morgan, Hedge Funds) και μεγάλες επενδυτικές εταιρίες (π.χ. BlackRock, Vanguard, Fidelity, Citigroup). Οι εκπρόσωποι των παραπάνω τραπεζών και εταιριών διαβουλεύονται, σχεδιάζουν και προωθούν τις εξελίξεις στο παγκόσμιο οικονομικό σύστημα με συναντήσεις στα πλαίσια ομάδων, και φόρουμ όπως το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ, η Λέσχη Μπίλντεμπεργκ, η Τριμερής, το Group of Thirty κ.ά. Φυσικά, για την προώθηση τέτοιων αποφάσεών χρειάζονται πρόσβαση σε θέσεις-κλειδιά, όπως τις διοικήσεις των κεντρικών τραπεζών (π.χ. τη γερμανική Μπούντεσμπανκ, την αμερικάνικη Federal Reserve, την Τράπεζα της Αγγλίας, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα κ.ά.), τις διοικήσεις μεγάλων χρηματοοικονομικών οργανισμών (π.χ. Παγκόσμια Τράπεζα, Διεθνές Νομισματικό Ταμείο), και τις κυβερνήσεις των χωρών (κυρίως τα Υπουργεία Οικονομικών). Τα άτομα τα οποία προωθούνται σε αυτές τις θέσεις-κλειδιά προέρχονται σε μεγάλο βαθμό από το ακαδημαϊκό περιβάλλον ιδρυμάτων όπου προωθούνται οι απόψεις αυτές, όπως τα Πανεπιστήμια του Χάρβαρντ και του ΜΙΤ, καθώς και το London School of Economics. 

Αξίζει να αναφερθούμε ενδεικτικά σε κάποια πρόσωπα που έχουν διαδραματίσει σημαίνοντα ρόλο, τόσο στην εξάπλωση της ιδέας για την κατάργηση των μετρητών, όσο και στην επιβολή μέτρων για τον περιορισμό τους. Και αυτό γιατί, με αυτόν τον τρόπο, διαφαίνεται πως όλα τα παραπάνω (χρηματοοικονομικές επιχειρήσεις, λέσχες αποφάσεων και θέσεις-κλειδιά) συνδυάζονται μεταξύ τους. 

  • Ο Γουιλέρμο ντε λα Ντέζα, πρώην Πρόεδρος της Κεντρικής Τράπεζας της Ισπανίας, έχει διατελέσει αναπληρωτής διευθυντής της Παγκόσμιας Τράπεζας και του ΔΝΤ, σύμβουλος της Goldman Sachs και μέλος του Group of Thirty και της Λέσχης Μπίλντεμπεργκ. 
  • O Μάριο Ντράγκι, πρώην πρόεδρος της Κεντρικής Τράπεζας της Ιταλίας, έχει διατελέσει Γενικός Διευθυντής του ιταλικού Υπουργείου Οικονομικών, πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), διευθυντικό στέλεχος της Goldman Sachs, Εκτελεστικός Διευθυντής της Παγκόσμιας Τράπεζας, συνεργάτης στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ και μέλος του Group of Thirty και της Λέσχης Μπίλντεμπεργκ. 
  • Ο Λουκάς Παπαδήμος, πρώην διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, είναι απόφοιτος του ΜΙΤ και έχει διατελέσει πρωθυπουργός της Ελλάδος, αντιπρόεδρος της ΕΚΤ, διδάσκων στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, μέλος της Τριμερούς Επιτροπής, και φαίνεται να έχει συνεργαστεί και με την Goldman Sachs στα πλαίσια απόκρυψης του ελληνικού χρέους με σκοπό την είσοδο της χώρας στην νομισματική ένωση. 
  • O Λάρι Σάμερς, απόφοιτος του ΜΙΤ και του Χάρβαρντ, έχει διατελέσει επικεφαλής οικονομολόγος της Παγκόσμιας Τράπεζας, υπουργός Οικονομικών της κυβέρνησης Κλίντον στις ΗΠΑ, πρόεδρος του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ, μέλος της Τριμερούς Επιτροπής, μέλος της Λέσχης Μπίλντερμπεργκ και του Group of Thirty. 
  • Ο Μάριο Μόντι, που έχει διατελέσει πρωθυπουργός και υπουργός Οικονομικών της Ιταλίας, επίτροπος της Κομισιόν, σύμβουλος της Goldman Sachs, πρόεδρος της Τριμερούς Επιτροπής και μέλος της Λέσχης Μπίλντεμπεργκ. 
  • Ο Σίμεον Τζάνκοφ, υπουργός Οικονομικών της Βουλγαρίας, υπάλληλος της Παγκόσμιας Τράπεζας και διδάσκων στο Χάρβαρντ.
  • O Γουίλεμ Μπούιτερ, που έχει διατελέσει σημαντικό στέλεχος στην Τράπεζα της Αγγλίας, επικεφαλής οικονομολόγος της Citigroup, σύμβουλος της Goldman Sachs και διδάσκων στο London School of Economics. 
  • O Τόμας Τζόρνταν, απόφοιτος του Χάρβαρντ, έχει διατελέσει πρόεδρος της κεντρικής τράπεζας της Ελβετίας, συνεργάτης της BlackRock και μέλος του Group of Thirty και της Λέσχης Μπίλντεμπεργκ.
  • O Κεν Ρόγκοφ, απόφοιτος του ΜΙΤ, έχει διατελέσει καθηγητής του Χάρβαρντ, επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΤΝ, μέλος της Τριμερούς Επιτροπής και μέλος του Group of Thirty και της Λέσχης Μπίλντεμπεργκ. 


Το πρόβλημα με τους προβαλλόμενους λόγους

Αν και όλα τα επιχειρήματα υπέρ της κατάργησης των μετρητών, που είδαμε παραπάνω, ακούγονται εύλογα και σημαντικά, τα πράγματα δεν είναι ακριβώς όπως φαίνονται. Ας τα εξετάσουμε, λοιπόν, ένα προς ένα.

(α-β) Η αντιμετώπιση της εγκληματικότητας και της φοροδιαφυγής

Το επιχείρημα ότι τα μετρητά διευκολύνουν το οργανωμένο έγκλημα και την τρομοκρατία, και ότι ο περιορισμός τους θα αποτελέσει για αυτά μεγάλο πλήγμα, είναι εντελώς αίολο. Ο λόγος είναι πως το ίδιο ακριβώς θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί και για το ίντερνετ, τα όπλα, τα κρυπτονομίσματα, τα έργα τέχνης, τα σκάφη αναψυχής, τους λογιστές κ.ο.κ. Θα έπρεπε, λοιπόν, να καταργηθούν όλα αυτά; Επίσης, είναι μύθος ότι το οργανωμένο έγκλημα βασίζεται τόσο πολύ στα μετρητά. Και αυτό γιατί οι εναλλακτικές που έχει είναι πάρα πολλές. Μια μικρή πλακέτα χρυσού των 280 γραμμαρίων έχει αξία περίπου 25.000 ευρώ, και μεταφέρεται άνετα στην τσέπη του σακακιού σας. Ένας διάσημος πίνακας μπορεί να αξίζει εκατομμύρια, μεταφέρεται πολύ εύκολα (τυλιγμένος), και μπορεί να χρησιμοποιείται ως «μέσο πληρωμής» (όταν πωλείται πολύ χαμηλότερα από την πραγματική του αξία), ακόμα και μέσω νόμιμων διαδικασιών. Γνωστή και διαδεδομένη είναι και η χρήση τυχερών παιχνιδιών για «ξέπλυμα» μαύρου χρήματος. Ένα ακόμα πρόσφατο παράδειγμα είναι η χρήση των διαδικτυακών δωρεών (που γίνονταν σε φιλανθρωπικές οργανώσεις), μέσω των οποίων η παλαιστινιακή οργάνωση Χαμάς λάμβανε εκατομμύρια δολάρια το μήνα.[9] Οπότε, το όλο σκεπτικό εναντίον των μετρητών δεν ευσταθεί. Για να μην αναφέρουμε ότι, με παρόμοιο τρόπο, θα μπορούσε κάποιος να το επεκτείνει και στις αιτίες της τρομοκρατίας. Αν ο θρησκευτικός φανατισμός ή ο εθνικός απελευθερωτικός αγώνας είναι πολλές φορές η γενεσιουργός αιτία τρομοκρατικών πράξεων, μήπως θα έπρεπε να απαγορεύσουμε στους ανθρώπους να έχουν μεταφυσικές αναζητήσεις ή να αγωνίζονται για εθνική ανεξαρτησία; 

Δυστυχώς, η σαθρή επιχειρηματολογία φαίνεται πως δεν είναι το μόνο πρόβλημα εδώ. Οι μεγάλες τράπεζες, που πρωτοστατούν στον αγώνα για την κατάργηση των μετρητών για την προστασία μας από το έγκλημα και την φοροδιαφυγή, δεν είναι και τόσο αθώες.[6][10][11] Ας δούμε μερικά παραδείγματα. Η αμερικάνικη J.P. Morgan Chase πλήρωσε το 2013, στο πλαίσιο ενός διακανονισμού με το Υπουργείο Δικαιοσύνης, 1,3 δισεκατομμύρια δολάρια για δόλια χορήγηση στεγαστικών δανείων και απάτη κατά την ανάκτηση οφειλών. Το 2014 πλήρωσε 2 δισεκατομμύρια για να αποφύγει την ποινική δίωξη ως τράπεζα του μεγαλοαπατεώνα Μπέρναρντ Μάντοφ. Το 2015 πλήρωσε μισό δισεκατομμύριο γιατί συμμετείχε σε καρτέλ χειραγώγησης της αγοράς συναλλάγματος. Η βρετανική HSBC πλήρωσε το 2012 1,4 δισεκατομμύρια για να μην ασκηθεί εναντίον της δίωξη στις ΗΠΑ, λόγω του κεντρικού της ρόλου στο μεγάλης κλίμακας ξέπλυμα χρήματος για λογαριασμό εμπόρων ναρκωτικών της Λατινικής Αμερικής. Το 2015, προέβη σε εξωδικαστικό συμβιβασμό με τις ελβετικές αρχές, δεχόμενη πρόστιμο 38 εκατομμυρίων για απόκρυψη ή νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, ύψους 180 δισεκατομμυρίων ευρώ περίπου. Ο αμερικάνικος τραπεζικός κολοσσός της Citigroup, ο οποίος αναπτύσσει συστήματα πληρωμής μέσω κινητού στην Αφρική, ως εναλλακτική των μετρητών, έχει πληρώσει δισεκατομμύρια (μόνο την τελευταία δεκαετία) σε πρόστιμα για συμμετοχή σε ξέπλυμα χρήματος, παράνομες πρακτικές στη χρήση πιστωτικών καρτών και τη χορήγηση στεγαστικών δανείων, καθώς και για χειραγώγηση της αγοράς. Η γερμανική Deutsche Bank έχει πληρώσει κάποιες εκατοντάδες εκατομμύρια τα τελευταία 10 χρόνια σε πρόστιμα και διακανονισμούς σε υποθέσεις για ξέπλυμα χρήματος, χειραγώγηση τιμών και υποστήριξη εγκληματικών δραστηριοτήτων.[12] Όπως βλέπουμε, η εγκληματικότητα και η φοροδιαφυγή μπορεί να συμβεί πολύ εύκολα και χωρίς μετρητά, και μάλιστα με πολύ μικρό τίμημα σε περίπτωση που η παρανομία αποκαλυφθεί. Για την ακρίβεια, τα μετρητά δεν είναι καν ένας βολικός τρόπος συναλλαγών όταν μιλάμε για παραβατικότητα του επιπέδου των εκατοντάδων εκατομμυρίων ή των δισεκατομμυρίων. 

Όσον αφορά τη μεταφορά μεγάλων ποσών σε μετρητά, θα πρέπει να παραδεχτούμε ότι αυτό δεν είναι τόσο σύνηθες. Αν αγοράσει κανείς αυτοκίνητο ή σπίτι, το πιθανότερο είναι ότι δεν θα πληρώσει με μετρητά. Ακόμα και αν επιλέξει να το κάνει, η συναλλαγή θα γινόταν πιθανότατα σε κάποιον ασφαλή χώρο, όπως μια τράπεζα, όπου θα μπορούσε να γίνει τόσο η ανάληψη όσο και η σωστή καταμέτρηση του ποσού. Τα μικροποσά που μεταφέρουμε καθημερινά επάνω μας δεν αποτελούν ιδιαίτερο παράγοντα ανησυχίας. Ας μην ξεχνάμε ότι, όταν δεν χρησιμοποιούμε μετρητά, πολλοί από εμάς έχουμε συνέχεια μαζί μας την τραπεζική μας κάρτα ή το κινητό μας, μέσω του οποίου έχουμε πρόσβαση σε υπηρεσίας web banking. Ένα ενδεχόμενο θύμα ληστείας, μπορεί εύκολα να εξαναγκαστεί να δώσει το PIN της κάρτας του ή να κάνει κάποια μεταφορά υπό το καθεστώς της απειλής. Τα ποσά που μπορεί να χαθούν σε μια τέτοια περίπτωση είναι πιο υψηλά από αυτά που μπορεί να χάναμε στην περίπτωση των μετρητών. Επίσης, η ανάγκη για ασφάλεια στη φύλαξη και μεταφορά μετρητών είναι συνήθως χαρακτηριστικό κρατών με αυξημένη μικροεγκληματικότητα. Όμως, η λύση στο πρόβλημα αυτό θα πρέπει να επικεντρώνεται στην αντιμετώπιση της εγκληματικότητας. Άλλωστε, τα μετρητά δεν είναι ο μόνος λόγος για τον οποίο μπορεί κάποιος να μας ληστέψει. 

Τα συμπεράσματα από τα παραπάνω παραδείγματα δεν αφορούν μόνο την ειλικρίνεια των τραπεζών (και των πολιτικοοικονομικών ελίτ, αφού, όπως αναφέραμε, αυτά τα δύο συνδέονται άμεσα), αλλά και το γεγονός ότι οι ηλεκτρονικές συναλλαγές δεν μπορούν να διασφαλίσουν την καταπολέμηση της εγκληματικότητας. Και θα πρέπει να μην ξεχνάμε κάτι πολύ σημαντικό: η φοροδιαφυγή των απλών πολιτών τροφοδοτείται κυρίως από την έντονη κοινωνική ανισότητα, την αδικία, και την ανάγκη για επιβίωση. Όταν κάποιος ζει μια καλή και οικονομικά άνετη ζωή, δεν θα ρισκάρει εύκολα να παρανομήσει ή, ακόμα και αν το κάνει, θα το κάνει σε πολύ μικρότερο βαθμό. 

(γ) Το κόστος διαχείρισης των μετρητών

Καταρχάς, το κόστος αυτό δεν θεωρήθηκε ποτέ ως λόγος για την κακή οικονομική κατάσταση κάποιας χώρας, ή ως αιτία για κάποια από τα προβλήματα των πολιτών. Όμως, ο βασικός λόγος που το επιχείρημα αυτό είναι προβληματικό, είναι το γεγονός πως ούτε οι ηλεκτρονικές συναλλαγές είναι δωρεάν. Υπάρχουν χρεώσεις στις συναλλαγές μεταξύ διαφορετικών τραπεζών, χρεώσεις για τη διατήρηση τραπεζικού λογαριασμού, χρεώσεις για την αγορά σημείων πώλησης (POS), χρεώσεις για την μηνιαία υποστήριξη των POS, προμήθειες σε κάθε πληρωμή μέσω POS κ.ά.[13]

Φυσικά, θα πει κάποιος ως αντεπιχείρημα πως υπάρχει και ένα κόστος στη χρήση μετρητών, που σχετίζεται με την εκτύπωση, τη μεταφορά, την αποθήκευση και τον περιοδικό έλεγχο των μετρητών που κατατίθενται στις τράπεζες, ή την αντικατάσταση των φθαρμένων χαρτονομισμάτων. Είναι αλήθεια. Από την άλλη πλευρά όμως, υπάρχει και το αντίστοιχο κόστος υποστήριξης των ηλεκτρονικών συναλλαγών που σχετίζεται με την ανάπτυξη των υποδομών που χρειάζονται οι ηλεκτρονικές συναλλαγές, και την κατανάλωση ενέργειας για τη λειτουργία  και την ασφάλεια αυτών των υποδομών. Ας μην ξεχνάμε ότι οι τεχνολογίες και ο τρόπος λειτουργίας των ηλεκτρονικών συναλλαγών, σε αντίθεση με τη λειτουργία των μετρητών, υφίσταται συνεχείς αλλαγές, οι οποίες αλλαγές μεταφράζονται σε κόστος. Σε σημαντικό βαθμό, τα μετρητά κυκλοφορούν και επαναχρησιμοποιούνται για αρκετό καιρό χωρίς να καταναλώνουν ενέργεια ή να απαιτούν επιπλέον αποθηκευτικό χώρο για κάθε συναλλαγή. 

Είναι σημαντικό να τονίσουμε εδώ ότι ένας πολύ σημαντικός παράγοντας που συγκρατεί σε σχετικά χαμηλά επίπεδα τις τιμές σε όλες τις παραπάνω χρεώσεις και προμήθειες των ηλεκτρονικών συναλλαγών, είναι το γεγονός ότι υπάρχει και η εναλλακτική της χρήσης μετρητών. Διαφορετικά, οι τράπεζες θα αποτελούσαν ένα ολιγοπώλιο και θα μπορούσαν να αυξάνουν τις χρεώσεις αυτές κατά βούληση. Έχει ξεκινήσει εδώ και αρκετά χρόνια μια συζήτηση στον τραπεζικό κλάδο υπέρ της δυνατότητας των τραπεζών να χρησιμοποιούν αρνητικά επιτόκια (δηλαδή, να φορολογούν τις καταθέσεις). Τα επιτόκια αυτά υποτίθεται ότι θα βοηθούσαν στην αναθέρμανση της οικονομίας σε περιόδους που η πορεία της οικονομίας είναι άσχημη. Το βασικό εμπόδιο είναι η δυνατότητα χρήσης μετρητών, αφού μία τέτοια κίνηση θα μπορούσε να οδηγήσει σε μαζικές αναλήψεις. 

(δ) Η ασφάλεια των συναλλαγών[υ]

Η ανάπτυξη ασφαλιστικών δικλείδων για τις ηλεκτρονικές συναλλαγές οφείλεται κυρίως στα προβλήματα που αντιμετωπίζουν αυτές (ψεύτικες ιστοσελίδες, μη παράδοση του προϊόντος από τον έμπορο, χρέωση λάθος ποσού στο POS, πληρωμές μέσω τραπεζικών καρτών τις οποίες δεν έχει κάνει ο κάτοχος της κάρτας, κ.λπ.) και όχι σε προβλήματα που υπήρχαν ήδη στην χρήση των μετρητών. Δεν είναι λίγα τα περιστατικά με απάτες που εμφανίζονται σε συναλλαγές χωρίς μετρητά, ιδίως σε online συναλλαγές.[15][16][17]

Η αυξημένη προσοχή και επιμόρφωση που απαιτείται για την ασφαλή χρήση ηλεκτρονικών συναλλαγών οφείλεται στα αυξημένα κενά ασφάλειας που αυτές παρουσιάζουν. Όχι με την έννοια ότι αυτά τα κενά δεν αντιμετωπίζονται, αλλά ότι η ασφαλής διεξαγωγή αυτών των συναλλαγών απαιτεί συνεχή εγρήγορση και αυξημένο επίπεδο εξοικείωσης με τις αντίστοιχες τεχνολογίες. Κάτι τέτοιο δεν είναι εύκολο για όλους τους πολίτες. Επιπρόσθετα, όσο περισσότερη ασφάλεια επιδιώκουμε στη χρήση τραπεζικών καρτών ή online συναλλαγών, τόσο χάνεται το πλεονέκτημα της ταχύτητας και της ευκολίας. Και ας μην ξεχνάμε, ότι τα ποσά που εμπλέκονται σε μια απάτη που αφορά τραπεζικές κάρτες, web banking ή ψηφιακά πορτοφόλια είναι συνήθως πολύ μεγαλύτερα από αυτά σε μια κλοπή μετρητών. 

Στις συναλλαγές με μετρητά, οι οποίες γίνονται κατά κανόνα πρόσωπο με πρόσωπο σε φυσικά καταστήματα, είναι πιο δύσκολο να γίνουν απάτες. Άλλωστε, όταν εμπλέκονται μεγάλα ποσά, ο συναλλασσόμενος θα πρέπει να φροντίσει για την ασφάλειά του να ακολουθηθούν οι νόμιμες διαδικασίες (ακόμα και για προκαταβολές), ασχέτως αν η συναλλαγή γίνεται με μετρητά ή ηλεκτρονικά. 

(ε) Οι λόγοι υγιεινής

Κατά τη διάρκεια της πρόσφατης «πανδημίας», έγινε μια προσπάθεια αποδόμησης της χρησιμότητας των μετρητών, η οποία βασίστηκε στον φόβο. Στον υπερβάλλοντα, κατά την γνώμη μας, φόβο για τα πάντα. Διαδίδονταν φήμες (οι οποίες αργότερα διαψεύστηκαν) ότι μπορεί κάποιος να κολλήσει τον ιό από τα φρούτα ή το πακέτο από τα μακαρόνια που έπιασε με τα χέρια του στο σούπερ μάρκετ, από κάποιον που μπορεί να περάσει στιγμιαία από δίπλα του καθώς περπατάει στο δρόμο και, φυσικά, από τα ρέστα που του έδιναν σε μετρητά οι υπάλληλοι ενός καταστήματος. Στην πραγματικότητα, το θέμα της «υγιεινής» των μετρητών είναι τεχνητό. Με το ίδιο σκεπτικό θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για τον κίνδυνο μετάδοσης ιώσεων από τα καθίσματα και τις χειρολαβές στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, από τα προϊόντα στα ράφια των σούπερ μάρκετ, από τα ποτήρια και πιάτα στις καφετέριες και τα εστιατόρια, από τα πόμολα στις εισόδους των πολυκατοικιών, κ.ο.κ. Νομίζω πως δεν χρειάζεται να εξηγήσουμε τις συνέπειες ενός τέτοιου τρόπου σκέψης, για τον οποίο η ιατρική κοινότητα δεν ενδιαφέρθηκε για αιώνες. Ούτε όμως και η πολιτεία, η οποία δεν φαίνεται να ενδιαφέρεται για την υγιεινή, για παράδειγμα, των σουβλατζίδικων, σε κάποια από τα οποία βλέπει κανείς τους υπαλλήλους να πιάνουν επί ώρες με τα χέρια το φαγητό που σερβίρουν. 

Θα πρέπει κάπου εδώ να αναφέρουμε πως, εκτός των άλλων, φαίνεται να εγείρονται και σοβαρά ερωτήματα σχετικά με το πόσο νόμιμα είναι τα μέτρα[18][19] που λαμβάνονται σε χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.) για τον περιορισμό της χρήσης μετρητών. Και αυτό γιατί, τα χαρτονομίσματα και τα κέρματα του ευρώ, «[…]είναι νόμιμο χρήμα. Οι πιστωτές, όπως καταστήματα και εστιατόρια, δεν μπορούν να αρνηθούν τα μετρητά, εκτός εάν έχουν εκ των προτέρων συμφωνήσει με τον πελάτη κάποιο άλλο μέσο πληρωμής[…]»[20][21], αφού, όπως αναφέρεται στην συνθήκη της Ε.Ε., «Τα τραπεζογραμμάτια που εκδίδονται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και τις εθνικές κεντρικές τράπεζες είναι τα μόνα τραπεζογραμμάτια που αποτελούν νόμιμο χρήμα μέσα στην Ένωση».[22]

Επιχειρηματολογία υπέρ της διατήρησης των μετρητών

Με βάση τα παραπάνω θα μπορούσε κάποιος να σκεφτεί ότι, ναι μεν δεν έχουμε κάποια σοβαρή κατηγορία εναντίον της χρήσης μετρητών, όμως, και πάλι, θα μπορούσαν να καταργηθούν ως ξεπερασμένος τρόπος συναλλαγών. Δυστυχώς, τα προβλήματα και οι κίνδυνοι που αναδύονται από την πλήρη αντικατάσταση των μετρητών είναι πολύ μεγαλύτερα από την μικρή, κατά τη γνώμη μου, διευκόλυνση που προσφέρουν οι ηλεκτρονικές συναλλαγές. Ας δούμε, λοιπόν, κάποια από αυτά τα προβλήματα, τα οποία αρκετοί μπορεί να μην έχουν σκεφθεί. 

(α) Επιπτώσεις στη ψυχολογία του καταναλωτή 

Τα μετρητά προσφέρουν καλύτερο έλεγχο των οικονομικών μας.[8][23][24] Όταν διαχειριζόμαστε μετρητά, χρήματα τα οποία είναι απτά και ορατά, μας είναι ευκολότερο να αντιληφθούμε τον όγκο και το ποσοστό των χρημάτων μας που έχουμε ξοδέψει. Όσο ξοδεύουμε, τόσα λιγότερα έχουμε στο πορτοφόλι μας. Το αντίθετο συμβαίνει όταν συναλλασσόμαστε με τραπεζικές κάρτες, και ιδιαίτερα με πιστωτικές, με τις οποίες, στην ουσία, δεν ξοδεύουμε αλλά δανειζόμαστε χρήματα (τα οποία θα πρέπει να ξεπληρώσουμε αργότερα). Το γεγονός ότι δεν βλέπουμε ολόκληρο το ποσό αλλά μόνο ένα μικρό μέρος αυτού να αφαιρείται άμεσα από τον λογαριασμό μας, είναι αρκετά παραπλανητικό. Μελέτες έχουν δείξει ότι έχουμε την τάση να ξοδεύουμε αρκετά περισσότερα όταν χρησιμοποιούμε μια πιστωτική κάρτα αντί για μετρητά.[25][26][27] Αυτό είναι πιο εύκολο να το αντιληφθούν όσοι έχουν την εμπειρία της πιστωτικής κάρτας. 

Το ίδιο συμβαίνει, αν και σε μικρότερο βαθμό, με τις χρεωστικές κάρτες, τόσο γιατί δεν μπορούμε να δούμε το υπόλοιπο του λογαριασμού μας κάθε φορά που κάνουμε μια συναλλαγή, όσο και γιατί ο λογαριασμός αυτός συνήθως περιέχει και αποταμιεύσεις. Οπότε, μπορεί να μας φαίνεται ότι πάντα υπάρχουν αρκετά χρήματα, ασχέτως του αν αυτό τον μήνα ξοδέψαμε αρκετά περισσότερα. Επίσης, η πιο συνετή διαχείριση των χρημάτων που προσφέρουν τα μετρητά, είναι κάτι πολύ σημαντικό από παιδαγωγικής άποψης, είτε σε ανήλικους, είτε σε ενήλικους που ζουν μόνοι τους για πρώτη φορά και δεν έχουν κληθεί ξανά να διαχειριστούν τη ζωή τους από οικονομικής άποψης. 

Ένα επίσης ψυχολογικό μειονέκτημα των πιστωτικών καρτών έναντι των μετρητών, είναι η έλλειψη αυτοσυγκράτησης. Με τα μετρητά, όταν δεν έχουμε τα χρήματα να αγοράσουμε ένα προϊόν, αναγκαζόμαστε να μπούμε σε μια διαδικασία αυστηρού ελέγχου των εξόδων μας (αλλά και της επιθυμίας μας να το αγοράσουμε) για κάποιο χρονικό διάστημα, ώστε να συγκεντρώσουμε τα χρήματα που απαιτούνται γι’ αυτή την αγορά. Μερικές φορές, μπορεί κατά την αναμονή αυτή να συνειδητοποιήσουμε ότι αυτό το προϊόν δεν μας είναι τόσο αναγκαίο, ή ότι δεν αξίζει να δώσουμε τόσα χρήματα γι’ αυτό. 

(β) Ζητήματα ιδιωτικότητας[6][8][24]

Η χρήση ψηφιακού χρήματος οδηγεί στην απώλεια της ιδιωτικότητας, και αυτή είναι μια παραδοχή ακόμα και της Κεντρικής Ευρωπαϊκής Τράπεζας.[14][23] Όλη μας η οικονομική ζωή καταγράφεται με κάθε λεπτομέρεια. Οποιοσδήποτε έχει πρόσβαση στα στοιχεία αυτά, μπορεί να γνωρίζει ή να κάνει εύλογες εκτιμήσεις για τις πολιτικές και θρησκευτικές μας πεποιθήσεις, τα ζητήματα υγείας μας, τις προσωπικές μας σχέσεις, κ.ά. Το να πιστεύουμε ότι η οικονομική μας ζωή θα καταγράφεται αλλά κανείς και ποτέ δεν θα έχει πρόσβαση σε αυτή (παρά μόνο ίσως οι φορολογικές αρχές ή κάποιοι αλγόριθμοι οι οποίοι απλά θα ελέγχουν για οικονομικές απάτες), είναι αφελές. Κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει διαρροές τέτοιων πληροφοριών, οι οποίες θα οφείλονται είτε σε ανθρώπινο λάθος (π.χ. προγραμματιστικό λάθος, κενό ασφάλειας), είτε σε κακόβουλη ενέργεια. Τέτοιες διαρροές συμβαίνουν τόσο σε εφαρμογές δισεκατομμυρίων (π.χ. Facebook), όσο και σε στρατιωτικά συστήματα (π.χ. αμερικανικό Πεντάγωνο). Ακόμα, παρατηρείται ότι, σε χώρες με μειωμένη χρήση μετρητών, έχουν εμφανιστεί πρακτικές οι οποίες δίνουν πρόσβαση σε κάποια δεδομένα της προσωπικής ζωής των πολιτών σε δημόσιες υπηρεσίες (τα οποία προκύπτουν από οικονομικές συναλλαγές), με σκοπό την προληπτική παρέμβαση. Αλλά αυτό φαίνεται να είναι το μικρότερο πρόβλημα. Όπως δείχνουν οι εξελίξεις,[6] τόσο οι εθνικές όσο και οι ευρωπαϊκές αρχές φαίνονται ανήμπορες ή απρόθυμες να προστατέψουν τα προσωπικά μας δεδομένα, ακόμα και από την εμπορική τους χρήση.[6] Άλλωστε, για τις τράπεζες, η πώληση τέτοιων στοιχείων αποτελεί σημαντική πηγή κέρδους. 

Σε αυτό το πλαίσιο, έχουν ήδη εμφανιστεί διεθνώς εταιρίες παροχής δανείων και ασφαλιστικές εταιρίες, οι οποίες απαιτούν πρόσβαση σε οικονομικά στοιχεία και μέσα κοινωνικής δικτύωσης, υφιστάμενων ή υποψηφίων πελατών τους. Μάλιστα, μερικές συγκεντρώνουν τέτοια στοιχεία ακόμα και χωρίς την άδεια του πελάτη, ή, για να παρακάμψουν την συναίνεσή του, ζητούν εκτίμηση της πιστοληπτικής ικανότητας ή της υγείας του εν δυνάμει πελάτη από τις εταιρίες που κατέχουν τα στοιχεία αυτά. 

Πολλοί αντιπαραβάλουν το ερώτημα-επιχείρημα: «Και τι φοβάσαι; Έχεις να κρύψεις κάτι;». Αυτό το ερώτημα όμως είναι από αφελές έως παραπλανητικό. Δεν έχει να κάνει με το «αν έχω να κρύψω κάτι». Είναι η προσωπική μου ζωή. Δεν υπάρχει κανένας λόγος η κάθε λεπτομέρεια της προσωπικής μου ζωής να είναι προσβάσιμη σε κάποιον. Αντίθετα, θα έλεγα ότι κάτι τέτοιο είναι επικίνδυνο. Αν και είναι φορές που η πραγματικότητα μπορεί να ξεπερνάει την φαντασία, μερικά ενδεικτικά στοιχεία που μπορεί να αποκαλύπτουν οι οικονομικές συναλλαγές ενός ατόμου είναι:

- Που συνηθίζει να πηγαίνει, κάθε πότε, τι ώρα και με ποιόν τρόπο.

Με πόσους τρόπους μια τέτοια πληροφορία θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί κακόβουλα (από ληστεία έως κοινωνική μηχανική, κ.ο.κ.); Θεωρείτε απίθανο στο μέλλον να υπάρξει μια πρόταση επιβολής ειδικού περιβαλλοντικού φόρου για όσους επιβαρύνουν το περιβάλλον με τις πολλές μετακινήσεις τους; 

- Πόσο συχνά επισκέπτεται κάποιον γιατρό και πόσο συχνά καταναλώνει φαστ-φουντ ή επισκέπτεται κάποιο ζαχαροπλαστείο.

Αυτή η πληροφορία θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί τόσο από μια ασφαλιστική εταιρία, όσο και από μια ιστοσελίδα γνωριμιών.

Όπως και να έχει όμως, ακόμα και αν κάποιος πράγματι θέλει να κρύψει κάτι προσωπικό, γιατί να μην έχει το δικαίωμα να το κάνει; Γιατί θα πρέπει οι άλλοι να ξέρουν αν κάποιος επισκέπτεται συχνά γιατρούς επειδή έχει προβλήματα υγείας, ή αν κάποιος ξοδεύει χρήματα σε ερωτικές υπηρεσίες;

Μερικές φορές προβάλλεται και το εξής ερώτημα-επιχείρημα: «Αφού ξέρουν έτσι κι αλλιώς τα πάντα για μας μέσω Google, Social Media, κινητού κ.λπ., τι σημασία έχει αν ξέρουν και αυτό;». Κι όμως! Δεν ξέρουν τα πάντα. Αν τα ήξεραν, ίσως δεν θα έμπαιναν στον κόπο να ψηφιοποιήσουν το χρήμα, ή να εμπορεύονται τα στοιχεία των οικονομικών μας συναλλαγών. Άλλωστε, το πόσο εκτεθειμένος είναι κάποιος στη ψηφιακή τεχνολογία είναι ελεγχόμενο, μέχρι ένα βαθμό. Μπορώ πάντα να απενεργοποιήσω το κινητό μου ή να μην το έχω μαζί μου, παρά μόνο όταν το κρίνω απαραίτητο. Μπορώ να μην δημοσιεύσω κάτι στα social media ή να μην τα χρησιμοποιώ καθόλου, αν θέλω. 

Οπως και να έχει, το σημαντικό είναι ότι δεν θα πρέπει «να ξέρουν τα πάντα για εμάς». Η εμπορική εκμετάλλευση των προσωπικών μας πληροφοριών δεν είναι πάντα προς το δικό μας όφελος. Η παροχή «προσωποποιημένων υπηρεσιών» έχει ακούγεται ελκυστική αλλά το κέρδος βρίσκεται συνήθως στην πλευρά του παρόχου των υπηρεσιών. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η γνωστή τεχνική της «δυναμικής τιμολόγησης», η οποία προσαρμόζει τις τιμές που βλέπεται με βάση μια εκτίμηση του πόσο ανάγκη έχετε το προϊόν/υπηρεσία και το πόση οικονομική άνεση έχετε.  Μια τέτοια περίπτωση ήταν και αυτή της Uber ταξί που αύξανε τις τιμές με βάση την μπαταρία του κινητού του πελάτη και τον γεωεντοπισμό, και όχι μόνο (χαμηλή μπαταρία και απομακρυσμένο σημείο, σήμαινε δυσκολία επικοινωνίας και με άλλες εταιρίες ταξί, άρα ο πελάτης εύκολα θα δεχόταν μια υψηλότερη τιμή).[34] Παρόμοια και σε μια πλατφόρμα ταξιδιών στις ΗΠΑ όπου αποκαλύφθηκε ότι πρότεινε πιο ακριβές επιλογές ανάλογα με το λειτουργικό σύστημα που χρησιμοποιεί ο καταναλωτής (πχ με κάποιος χρήστης Mac ή iPhone, είναι πιο πιαθνό να πληρώσει περισσότερα από έναν χρήστη με PC ή Android). [35]

(γ) Επιπτώσεις στις κοινωνικές σχέσεις

Η χρήση ηλεκτρονικών συναλλαγών αλλοιώνει και τη φύση των ανθρώπινων σχέσεων, κάνοντάς τες πιο απρόσωπες. Και μόνο η κίνηση που γίνεται όταν ο ένας απλώνει το χέρι για να δώσει κάτι, και ο άλλος για να το πάρει, έχει την σημασία του στην ψυχολογία του ανθρώπου. Σε κάποια είδη «οικονομικών συναλλαγών», ειδικά όταν αυτές περιέχουν ένα είδος αυθορμητισμού, η χρήση καρτών εισάγει μία ψυχρότητα, και άλλες φορές δημιουργεί και τεχνικά προβλήματα. Για παράδειγμα:

- το χαρτζιλίκι που δίνουν οι παππούδες σε ανύποπτο χρόνο σε ένα εγγόνι

- η ελεημοσύνη που δίνει κάποιος σε έναν άπορο 

- τα χρήματα που αφήνουμε σε κάποιον περιπλανώμενο μουσικό που τυχαίνει να συναντήσουμε

Πρακτικά προβλήματα προκύπτουν ακόμα και σε ενέργειες που δεν περιέχουν αυθορμητισμό. Στα φιλοδωρήματα που δίνουμε μέσω κάρτας, δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που οι εργοδότες δεν τα αποδίδουν στους εργαζόμενους, ή, για λογιστικούς λόγους, τα αποδίδουν πολύ αργότερα (π.χ. στο τέλος του μήνα). Επίσης, τι γίνεται όταν θέλουμε να πουλήσουμε κάποια μικροπράγματα που κατέχουμε μέσω μιας αγγελίας, ή κατευθείαν σε έναν γνωστό μας; Τι γίνεται όταν, περιστασιακά, κάποιος αποφασίζει να κάνει προσωρινά (για λίγες ώρες ή μέρες) κάποια βοηθητική εργασία για να βγάλει κάποιο «χαρτζιλίκι»; Τέλος, ακόμα και στις περιπτώσεις που δεν υπάρχει κάποιο τεχνικό πρόβλημα, αλλάζει η ψυχολογία της κίνησης. Για παράδειγμα, πολλές φορές θέλουμε να αφήσουμε ένα φιλοδώρημα ή να δώσουμε χαρτζιλίκι με τρόπο διακριτικό, χωρίς να φανεί ότι το δίνουμε ή χωρίς να φανεί το πόσα δίνουμε. 

(δ) Σταθερότητα συστήματος[6][8][24][28]

Όπως ήδη αναφέραμε, η πληρωμή μέσω τραπεζικής κάρτας μπορεί να μας δημιουργήσει προβλήματα για τεχνικούς λόγους. Είναι αδύνατο να εγγυηθούμε 100% διαθεσιμότητα σε ένα ηλεκτρονικό σύστημα. Τα συστήματα μιας τράπεζας μπορεί να παρουσιάσουν πρόβλημα (λόγω αστοχίας του λογισμικού ή κυβερνοεπίθεσης), κάποιο POS μπορεί να παρουσιάσει βλάβη, μπορεί να υπάρξουν προβλήματα με το δίκτυο δεδομένων στην περιοχή που βρισκόμαστε ή, τέλος, και η ίδια η κάρτα μας να εμφανίσει κάποιο πρόβλημα. Τα παραπάνω ισχύουν σε ακόμα μεγαλύτερο βαθμό για απομακρυσμένες και αγροτικές περιοχές. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, δεν θα μπορούμε να αγοράσουμε τίποτα μέχρι να αποκατασταθεί το πρόβλημα. 

Ας το πάμε και ένα βήμα παραπέρα. Τι γίνεται σε περιόδους που έχουμε γενικότερο πρόβλημα στις ηλεκτρονικές υποδομές, λόγω κάποιας φυσικής καταστροφής, ατυχήματος ή ακόμα και περίπτωση πολέμου; Ποιος θα εγγυηθεί τη λειτουργία των συστημάτων ηλεκτρονικών πληρωμών; Οποιοδήποτε πρόβλημα σε ενεργειακές υποδομές, ή υποδομές δεδομένων κρίσιμες για την λειτουργία των τραπεζικών ηλεκτρονικών συναλλαγών, μπορεί να εξαφανίσει την δυνατότητα αγοράς ακόμα και βασικών αγαθών. 

Κάποιοι μπορεί να σκεφτούν ότι σε τέτοιες στιγμές μπορεί να χρειαστεί να γυρίσουμε, έστω και προσωρινά, σε ένα είδος ανταλλακτικής οικονομίας. Όμως, αυτό δεν είναι τόσο απλό. Κάποιοι δεν παράγουν κάτι το οποίο μπορούν να ανταλλάξουν εύκολα, και κάποιοι άλλοι μπορεί να έχουν κάποιο επάγγελμα το οποίο δεν θα έχει χρησιμότητα σε τέτοιες στιγμές. Χρειαζόμαστε ένα ανθεκτικό και ευέλικτο μέσο συναλλαγών, και τα μετρητά μας το παρέχουν. 

(ε) Η απώλεια της ελευθερίας[6][7][8][14][24]29][30][33]

Το ζήτημα της ελευθερίας είναι πολυεπίπεδο. Ακόμα και υποστηρικτές της εξάλειψης των μετρητών αναγνωρίζουν τον κίνδυνο εκμετάλλευσης ενός τέτοιου οικονομικού συστήματος από ολοκληρωτικές κυβερνήσεις. Ο οικονομικός έλεγχος που μπορεί να επιβάλει μια τέτοια κυβέρνηση, θα μπορούσε να είναι ασφυκτικός. Από το να απαγορεύει το άνοιγμα τραπεζικού λογαριασμού ή να μπλοκάρει έναν υπάρχοντα λογαριασμό, έως την αυτόματη επιβολή χρηματικών προστίμων και αφαίρεση χρημάτων από τον λογαριασμό ενός πολίτη, εάν εμφανίζει στάση απέναντί της την οποία θεωρεί εχθρική. Χαρακτηριστικές είναι κάποιες προτάσεις που έγιναν από κυβερνητικά στελέχη την περίοδο της πρόσφατης «πανδημίας» για την επιβολή κάποιων προαιρετικών μέτρων μέσω οικονομικής πίεσης (περικοπή συντάξεων για όσους δεν εμβολιάζονται). Αν αυτές οι ιδέες είναι ήδη ανεκτές, αύριο, σε μια κοινωνία χωρίς μετρητά, μια κυβέρνηση θα μπορούσε να αποκόψει εντελώς έναν πολίτη οικονομικά (να μπλοκάρει κάθε συναλλαγή με κάρτα σε δημόσια μέσα μεταφοράς, χώρους εστίασης ή σούπερ μάρκετ), μόνο και μόνο για να τον αναγκάσει να συμμορφωθεί με τις επιθυμίες της.

Υπάρχουν βέβαια και ακόμα πιο δυστοπικά σενάρια, στα οποία έχει εφαρμογή η οικονομική παρακολούθηση των πολιτών, και αυτά δεν είναι σενάρια επιστημονικής φαντασίας. Το πιο γνωστό παράδειγμα είναι το σύστημα κοινωνικών μορίων που εφαρμόζεται ήδη στην Κίνα. Το σύστημα αυτό αντλεί δεδομένα από τράπεζες, εμπορικές ιστοσελίδες και μέσα κοινωνικής δικτύωσης, και παράγει μια αξιολόγηση του κάθε ατόμου, την οποία θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν τα πιστωτικά ιδρύματα, οι ασφαλιστικές εταιρίες, οι εκμισθωτές ακινήτων, δυνητικοί εργοδότες, δυνητικοί σύντροφοι, και φυσικά το Κράτος, πριν αποφασίσουν αν και υπό ποιους όρους θα συνάψουν μία επαγγελματική ή ερωτική σχέση με το άτομο αυτό. Η υψηλότερη βαθμολογία επιφέρει προνόμια όπως λιγότερη γραφειοκρατία, ή ταχύτερο check-in/out σε ξενοδοχεία και ενοικιάσεις αυτοκινήτων. 

Επίσης, η απώλεια της ελευθερίας αποτελεί μία έμμεση επίπτωση της απώλειας της ιδιωτικότητας. Οι οικονομικές συναλλαγές ενός ατόμου μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη δημιουργία του ψυχολογικού του προφίλ, το οποίο ύστερα μπορεί να πουληθεί και να χρησιμοποιηθεί τόσο για κερδοσκοπικούς σκοπούς (χρήση από εμπορικές εταιρίες ώστε να πείσουν να αγοράσεις το προϊόν τους ή να ξοδέψεις περισσότερα), όσο και για κακόβουλους σκοπούς (ιδιαίτερα αν είσαι κάποιο δημόσιο πρόσωπο ή κατέχεις κάποια σημαντική εταιρική ή δημόσια θέση).

Αντίθετα, τα μετρητά προσφέρουν ελευθερία τρόπου ζωής. Δεν σε αναγκάζουν να υιοθετείς κάθε νέα τεχνολογία που κυκλοφορεί ή, σε κάθε περίπτωση, σου επιτρέπουν να την υιοθετήσεις στον βαθμό που επιθυμείς, ανάλογα με τον τρόπο ζωής που κάνεις, τον τόπο στον οποίο διαμένεις (μπορεί να κατοικείς σε κάποιο ορεινό χωριό με συχνές διακοπές στο δίκτυο δεδομένων), τους ανθρώπους με τους οποίους συναλλάσσεσαι (κάποιος μπορεί να έχει αρκετούς πελάτες ηλικιωμένους), και τις ανάγκες ασφάλειας και ιδιωτικότητας που έχεις (μπορεί να είσαι πολυεκατομμυριούχος, και για λόγους ασφάλειας να μην θες να «προδίδεις» τις συνήθειές σου μέσω της καταγραφής των οικονομικών σου συναλλαγών). Επιπρόσθετα, προσφέρουν ελευθερία κίνησης. Μπορείς να κάνεις οικονομικές συναλλαγές όπου σταθείς και όπου βρεθείς ανεξαρτήτως του αν υπάρχει δίκτυο δεδομένων/τηλεφωνίας, ή ακόμα και ρεύμα στην περιοχή. 

Τέλος, υπάρχει και το θέμα της οικονομικής ελευθερίας. Τα μετρητά είναι το μόνο μέσο πληρωμής το οποίο παράγεται και εγγυάται από τα Κράτη (τις κεντρικές τράπεζες), και όχι από ιδιωτικές επιχειρήσεις (όπως είναι οι εμπορικές τράπεζες). Η κατάργηση των μετρητών θα περιόριζε σημαντικά τα περιθώρια ελιγμών των καταθετών στις «επιθετικές» πολιτικές των τραπεζών, όπως η πολιτική αρνητικών επιτοκίων. Προβληματικό είναι επίσης το ζήτημα του ανταγωνισμού. Για παράδειγμα, στον τομέα των πλαστικών καρτών, υπάρχει ένας έντονος συγκεντρωτισμός. Για παράδειγμα, δύο εταιρίες κυριαρχούν σε όλη την ευρωπαϊκή αγορά (Visa, Mastercard). Αυτό μπορεί να είναι τόσο προβληματικό όσο ένα μονοπώλιο. 

(ζ) Ασφάλεια των καταθέσεων[6][24]

Ίσως δεν είναι γνωστό σε όλους, αλλά οι τραπεζικές καταθέσεις δεν είναι ισοδύναμες με τα μετρητά. Τα μετρητά είναι επίσημο, κρατικά εγγυημένο χρήμα, ενώ οι καταθέσεις είναι χρήμα ιδιωτικό, λογιστικό (εγγραφές σε κάποια ηλεκτρονικά βιβλία των τραπεζών), δημιούργημα των τραπεζών, και εκφράζουν την υποχρέωση/υπόσχεση της τράπεζας να μας προμηθεύσει με το αντίστοιχο επίσημο χρήμα (μετρητά) όταν το ζητήσουμε. Αυτό σημαίνει ότι κάτω από δυσμενείς οικονομικές συνθήκες, μια εμπορική τράπεζα μπορεί να αθετήσει αυτή την υπόσχεση. Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι οι περιορισμοί ανάληψης και μεταφοράς χρημάτων, οι οποίοι έλαβαν χώρα στην Ελλάδα το 2015 από όλες τις εμπορικές τράπεζες, και το «κούρεμα» των καταθέσεων που έλαβε χώρα το 2013 στην Κύπρο, με σκοπό τη διάσωση κάποιων εμπορικών τραπεζών. Στην περίπτωση της Κύπρου, στα ποσά των καταθέσεων άνω των 100.000€, οι απώλειες πλησίασαν μέχρι και το 50%. 

Πολύς κόσμος πιστεύει ότι τα πράγματα έχουν αλλάξει από το 2015, και πως, τουλάχιστον οι καταθέσεις μέχρι 100.000€ είναι ασφαλείς. Αυτό συμβαίνει γιατί το 2015 πολλά ευρωπαϊκά Κράτη ενσωμάτωσαν στο εθνικό δίκαιο μια οδηγία της Ε.Ε. για την προστασία των επενδυτών, η οποία αφορούσε τη δημιουργία ενός Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων. Όμως τα ταμεία αυτά δεν είναι κρατικά. Τα ταμεία αυτά εποπτεύονται από το Κράτος αλλά δεν ανήκουν στο Κράτος, ούτε χρηματοδοτούνται από αυτό. Κάτι διόλου παράξενο, αν κανείς σκεφτεί πως, στις περισσότερες χώρες, οι κεντρικές τράπεζες είναι ιδιωτικές, και δεν ανήκουν στο Κράτος, παρά τη λαθεμένη αντίληψη που έχει ο περισσότερος κόσμος. Οι πόροι των εν λόγω Ταμείων βασίζονται σε εισφορές των εμπορικών τραπεζών και αντιστοιχούν περίπου στο 0,5% έως 2% των καταθέσεων, τις οποίες καλούνται να ασφαλίσουν. Αυτό σημαίνει ότι τα ταμεία αυτά μπορεί να καλύψουν την περίπτωση χρεωκοπίας μιας μικρής τράπεζας, αλλά όχι τη χρεωκοπία μιας μεγαλύτερης, ή την περίπτωση χρεωκοπίας πολλών τραπεζών ταυτόχρονα. Φυσικά, σε περίπτωση ανάγκης, αν οι πόροι δεν επαρκούν, οι εμπορικές τράπεζες θα μπορούσαν να δανειστούν ή να ζητήσουν στήριξη από το Κράτος. Όμως το Κράτος δεν είναι υποχρεωμένο να επέμβει, και είναι πιθανό να μην θέλει να επέμβει αν αντιμετωπίζει ήδη ένα υψηλό δημόσιο χρέος. Και η πράξη έχει δείξει ότι η δημιουργία αυτών των ταμείων αποτέλεσε, σε πολλές περιπτώσεις, μια αφορμή ώστε το επίσημο Κράτος να αποσύρει τον εαυτό του από την υποχρέωση ασφάλισης των καταθέσεων (όπως φαίνεται να έχει αποφασίσει τόσο το γερμανικό όσο και το αυστριακό Κράτος). 

(η) Κοινωνικός αποκλεισμός[8][14][15]

Το θέμα αυτό αφορά ανθρώπους «τεχνολογικά αφελείς», καθώς και το δικαίωμα σε τρόπους ζωής αποσυνδεδεμένους σε μεγάλο βαθμό από την τεχνολογία (αν και το δεύτερο σκέλος έχει ήδη καλυφθεί στο ζήτημα της ελευθερίας). Δεν πρέπει να παραβλέπουμε το γεγονός ότι η κατάργηση των μετρητών θα είχε αρνητική επίπτωση σε διάφορες κοινωνικές ομάδες, όπως Ρομά, ηλικιωμένους, επαίτες, άτομα χωρίς τραπεζικό λογαριασμό (άπορους, ανήλικους, κ.ά), άτομα που δεν έχουν την δυνατότητα να χειριστούν τραπεζικές κάρτες (π.χ. τυφλοί), κατοίκους απομακρυσμένων περιοχών, κ.ο.κ. Ας μην ξεχνάμε ότι οι μέθοδοι ψηφιακών συναλλαγών γίνονται όλο και πιο περίπλοκοι με το πέρασμα των χρόνων. Αυτό, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι ο πληθυσμός της Ευρώπης φαίνεται να «γερνάει», μπορεί να εντείνει το πρόβλημα του κοινωνικού αποκλεισμού στο μέλλον. 

Τα πραγματικά κίνητρα

Πριν καταλήξουμε στα συμπεράσματά μας, θα πρέπει να αναρωτηθούμε: Αν, λοιπόν, οι προβαλλόμενοι λόγοι είναι απλά δικαιολογίες, τότε ποιοι θα μπορούσαν να είναι οι πραγματικοί λόγοι που οι «μεγάλοι παίκτες» του χρηματοοικονομικού συστήματος επιδιώκουν την κατάργηση των μετρητών; Ας δούμε μερικούς:

Τα κέρδη από τις ηλεκτρονικές συναλλαγές[8]

Η υποστήριξη των μετρητών από τις τράπεζες όχι μόνο δεν έχει κανένα κέρδος γι’ αυτές, αλλά αποτελεί και έναν από τους ανασταλτικούς παράγοντες στην εκτεταμένη παροχή δανείων.[31][32] Αντίθετα, τα κέρδη που συνδέονται με τις ηλεκτρονικές συναλλαγές είναι τεράστια. Οι περισσότερες ηλεκτρονικές συναλλαγές περιλαμβάνουν χρεώσεις (του καταναλωτή ή της επιχείρησης), οι οποίες αυξάνουν τον κύκλο εργασιών των τραπεζών και των ενδιάμεσων οργανισμών που υποστηρίζουν τις ηλεκτρονικές πληρωμές (π.χ. VISA, Mastercard κ.ά.). Επίσης, υπάρχουν, ή εισάγονται σταδιακά, ακόμα και χρεώσεις για την κατοχή τραπεζικού λογαριασμού. Όπως μπορεί κανείς να φανταστεί, όταν δεν θα υπάρχει η εναλλακτική των μετρητών, οι τράπεζες θα μπορούν εύκολα να αυξήσουν τις τιμές των υπηρεσιών τους. Επίσης, η εμπορική διάθεση δεδομένων από οικονομικές συναλλαγές των πελατών τους αποτελεί πολύτιμη πηγή εσόδων για αυτές. 

Η χρήση αρνητικών επιτοκίων σε περιόδους ύφεσης[6]

Ο μόνος λόγος για τον οποίο οι τράπεζες πληρώνουν επιτόκιο στις καταθέσεις, είναι για να μην αποσύρει ο κόσμος τα λεφτά του. Αν όμως δεν υπήρχε αυτή η εναλλακτική και τα χρήματα θα έπρεπε να βρίσκονται συνέχεια μέσα στο τραπεζικό σύστημα, τότε τα επιτόκια των καταθέσεων θα μπορούσαν να μηδενιστούν ή και να γίνουν αρνητικά, όπως ισχυρίζονται οι ίδιοι οι τραπεζίτες. Ο λόγος που προβάλλεται υπέρ των αρνητικών επιτοκίων (είτε πρόκειται για προσωπικές καταθέσεις, είτε για αποθεματικά ασφαλιστικών ταμείων), είναι ότι, σε περιόδους οικονομικής ύφεσης, θα βοηθούσαν τη στήριξη της οικονομίας μέσω επενδύσεων. Ως γνωστόν, η διαφορά μεταξύ του επιτοκίου καταθέσεων και του επιτοκίου των δανείων είναι αυτή που δημιουργεί κέρδος για τις τράπεζες. Όσο πιο χαμηλά είναι τα επιτόκια καταθέσεων, τόσο περισσότερο οι τράπεζες μπορούν να χαμηλώνουν και το επιτόκιο των δανείων, διευκολύνοντας τη χρηματοδότηση επενδύσεων. όμως, η ιστορία έχει δείξει ότι σε περιόδους ύφεσης, μόνο ένα μικρό τμήμα των δανείων καταλήγει στους καταναλωτές ή στις επιχειρήσεις με σκοπό τη χρηματοδότηση επενδύσεων. Το μεγαλύτερο τμήμα χρησιμοποιείται για την αγορά υφιστάμενων ακινήτων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων (επιχειρήσεων, κατοικιών, μετοχών, έργων τέχνης, κ.λπ.). Αυτό σημαίνει ότι οι επιπλέον πιστώσεις που χορηγούν οι τράπεζες δεν δημιουργούν «ανάπτυξη», και άρα δεν βοηθούν ιδιαίτερα την οικονομία.

Επίσης, η αυξημένη ζήτηση αυξάνει και τις τιμές, με αποτέλεσμα να γίνονται πλουσιότεροι οι κάτοχοι αυτών των περιουσιακών στοιχείων. Για το μεγαλύτερο τμήμα του πληθυσμού όμως, ο πλούτος περιορίζεται σε κάποιες καταθέσεις και ένα αυτοκίνητο, ή έστω μια κατοικία την οποία χρησιμοποιεί για να διαμένει, και άρα δεν επωφελείται ιδιαίτερα από την άνοδο των τιμών. Αυτοί που επωφελούνται είναι το μικρότερο και πιο πλούσιο τμήμα του πληθυσμού, αυξάνοντας έτσι τις οικονομικές ανισότητες. 

Η ασφάλεια των τραπεζών

Σε περιόδους οικονομικής ή γεωπολιτικής αβεβαιότητας, οι μαζικές εκροές καταθέσεων αποτελούν υπαρξιακό κίνδυνο για τις τράπεζες. Και αυτό ισχύει όχι μόνο γιατί η απληστία τις οδηγεί στη χορήγηση υπερβολικού αριθμού δανείων (από τα οποία έχουν κέρδη), αλλά και γιατί το μεγαλύτερο μέρος των κερδών τους διανέμονται ως μερίσματα στους μετόχους ή ως υψηλές αμοιβές και μπόνους σε ανώτερα διευθυντικά στελέχη, αντί να διατηρούνται ως αντιστάθμισμα σε πιθανές μελλοντικές ζημιές. Η διατήρηση των καταθέσεων στο τραπεζικό σύστημα δίνει τη δυνατότητα να χρησιμοποιηθούν με την γνωστή διαδικασία του bail-in (που, μεταξύ άλλων, περιλαμβάνει «κούρεμα» των καταθέσεων) για την εξυγίανση των τραπεζών όποτε αυτό χρειαστεί. 

Σύνοψη

Οι τεχνολογικές εξελίξεις στον τομέα των οικονομικών συναλλαγών είναι σημαντικές. Η δυνατότητα καθημερινών πληρωμών μέσω τραπεζικών καρτών και άλλων συσκευών (κινητών, smartwatch κ.ά.) αποτελεί αδιαμφισβήτητα μεγάλη ευκολία. Άλλωστε η χρήση τραπεζικών καρτών είναι αναντικατάστατη στις online αγορές. Αλλά, η υπερβολική εξάρτηση από αυτές τις τεχνολογίες μπορεί να είναι επικίνδυνη, και αυτό γιατί περιορίζει σημαντικά την ελευθερία, την ιδιωτικότητα και την κοινωνικότητα ενός πολίτη. Ο μέσος πολίτης δεν έχει κανένα κέρδος από την κατάργηση των μετρητών. Αντίθετα, είναι αυτός που θα κληθεί να πληρώσει το τίμημα, μόνο και μόνο επειδή δεν θα έχει εναλλακτική επιλογή. Επιπρόσθετα, η εξάλειψη των μετρητών ενισχύει μια ήδη υπάρχουσα τάση συγκέντρωσης εξουσίας σε μια προνομιούχα μειοψηφία πολιτών και εταιριών. Άλλωστε, κάθε μέθοδος πληρωμής έχει τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματά της, και μπορεί να υπερτερεί ή να υστερεί ανάλογα με την περίπτωση. Ο καταναλωτής-πολίτης θα πρέπει να έχει το δικαίωμα να επιλέξει την μέθοδο που επιθυμεί, σταθμίζοντας κάθε φορά τα υπέρ και τα κατά. Η μετάβαση, στο βαθμό που πρόκειται να γίνει, θα πρέπει να είναι ελεύθερη επιλογή των πολιτών και όχι επιβαλλόμενη πολιτική. 

Άλλωστε, το γεγονός ότι μια τεχνολογία πληρωμής είναι καινούρια και πιο «προχωρημένη», δεν σημαίνει ότι είναι πάντα και η πιο επιθυμητή, ή καλύτερη, ή πιο βολική. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η χρήση του κινητού τηλεφώνου στις πληρωμές. Από πρακτικής άποψης, το να ξεμείνεις από μπαταρία, να παρουσιαστεί πρόβλημα (να «κολλήσει» και να μην αποκρίνεται για λίγα δευτερόλεπτα), να πάθει κάποιο ατύχημα, ή και να στο κλέψουν, είναι πολύ πιο πιθανό από το να πάθει κάτι αντίστοιχο η τραπεζική σου κάρτα, η οποία βρίσκεται συνέχεια στη τσέπη σου. Επιπλέον, η πληρωμή με το κινητό απαιτεί περισσότερες κινήσεις και χρόνο από την κίνηση που απαιτείται για να πληρώσεις με την τραπεζική σου κάρτα. Επομένως, η πρόοδος μιας κοινωνίας δεν θα πρέπει να είναι μονοδιάστατα ορισμένη ως μια συνεχώς αυξανόμενη εξάρτηση από την τεχνολογία. Είναι η τεχνολογία το μέγιστο αγαθό και το πιο αξιοθαύμαστο πράγμα στην ζωή ενός ανθρώπου; Αν η απάντηση όχι, τότε ίσως πρέπει να θέτουμε κάποια όρια, που και που, στις τεχνολογικές εξαρτήσεις μας προς όφελος κάποιων άλλων αξιών, όπως η επαφή με τους άλλους ανθρώπους (κοινωνικότητα). 

Και φυσικά, αν θεωρούμε τη χρήση μετρητών ως μια επιλογή που πρέπει να μας είναι πάντα διαθέσιμη, θα πρέπει να την υποστηρίξουμε έμπρακτα. Το χρηματοοικονομικό σύστημα ήδη έχει δείξει την επιθυμία και την πρόθεσή του να καταργήσει τα μετρητά, προωθώντας σχετικούς νόμους μέσω των πολιτικών, οι οποίοι πιέζουν τους πολίτες να εγκαταλείψουν τη χρήση τους. Εναπόκειται στους πολίτες να αποφασίσουν εάν αυτό είναι που επιθυμούν, ή να εναντιωθούν σε αυτή την αλλαγή.
 

Πηγές:

[1]. «Στα 500 ευρώ το όριο συναλλαγών με μετρητά», TaxHeaven
[2]. «Germany Is Hopelessly Addicted to Cash», Anchal Vohra, 2023
[3]. «Η «ελευθερία των μετρητών» και το πλαστικό χρήμα»
[4]. «Why Japan prefers cash», 2022
[5]. «CASH VERSUS CASHLESS: Consumers need a right to use cash», BEUC, 2019
[6]. «Κατάργηση των μετρητών και συνέπειες», Norbert Haring, Εκδόσεις Λιβάνη, 2016 
[7]. «A Cashless Society Benefits, Risks and Issues», Institute and Faculty of Actuaries, 2018
[8]. «The move to a cashless society: the societal and security implications», Security and Crime (Youtube), 2021
[9]. «Ισραήλ: Μέσω φιλανθρωπικών οργανώσεων η χρηματοδότηση της Χαμάς», Οικονομικός Ταχυδρόμος, 2024
[10]. «US now favoured over Switzerland for corrupt banking, claims new research»
[11]. «Big banks and corruption in global finance», Blavatnik School of Government, 2019
[12]. «US Fed fines Deutsche Bank $186 million for slow progress against money launderin», Reuters, 2023
[13]. «Πόσο κοστίζει η αγορά ή η ενοικίαση POS: Όλες οι νέες χρεώσεις των τραπεζών – Τι πρέπει να προσέξουν οι επαγγελματίες», 2024
[14]. «Ο ρόλος των μετρητών», Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα
[15]. «Democrats And Republicans Discuss Moving To Cashless Society», Forbes Breaking News, 2021
[16]. «Ηλεκτρονικές απάτες: Eκρηξη στις επιθέσεις σε τραπεζικές κάρτες – Χάθηκαν 12,5 εκατ. το 6μηνο», Οικονομικός Ταχυδρόμος, 2023
[17]. «Συναγερμός για τις τραπεζικές απάτες: Οι 7 τρόποι με τους οποίους παραπλανούν τα θύματα, τι να προσέξετε», 2023
[18]. ΑΑΔΕ, https://www.aade.gr/exypiretisi-enimerosi/hristikoi-odigoi/enarxi-epiheirimatikis-drastiriotitas/einai-simantiko-na-gnorizete-oti
[19]. «Η Εφορία δεν αναγνωρίζει τα μετρητά», ΣοφοκλέουςIn, 2023
[20]. «Ο ρόλος των μετρητών», Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα
[21]. Σύσταση της Ευρωπαϊκής επιτροπής 2010/191/ΕΕ, Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, 2010
[22]. «Άρθρο 128 - Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης»
[23]. «Why Germans pay cash for almost everything», Matt Philips, 2014
[24]. «Cash is Freedom», Rafal Ganowski, 2022
[25]. «Does Using a Credit Card Make You Spend More Money?»
[26]. «People Are Twice As Likely To Spend More Money When Using Card Than Cash In 2024»
[27]. «Neural mechanisms of credit card spending», Banker, S., Dunfield, D., Huang, Σψιεντιφιψ Ρεπορτσ, 2021
[28]. «Σουηδία και Νορβηγία, όπισθεν ολοταχώς: "Γιατί πρέπει να έχετε πάντα μετρητά στο σπίτι"», 2014
[29]. «Δεν υπάρχει ελευθερία χωρίς μετρητά», Τάσος Αρβανίτης, 2019
[30]. «Το εφιαλτικό σύστημα ηλεκτρονικής επιτήρησης των πολιτών της Κίνας», Σοφία Ζαφείρη, 2024
[31]. «Money in the modern economy: an introduction», Bank of England, 2014
[32]. «Money creation in the modern economy», Bank of England, 2014
[33]. «Το σύστημα κοινωνικής πίστωσης στην Κίνα», Άλκηστις Νίκα, PNYKA, 2023
[34]. «Everyone Hates Uber’s Surge Pricing – Here’s How to Fix It», Utpal M. Dholakia, Harvard Business Review, 2015
[35]. «Πώς η Τεχνητή Νοημοσύνη εξαπατά τους καταναλωτές», SLPress, Κατάρας Κώστας 2024

Θεματική Κατηγορία